Παρήλθαν δύο περίπου χιλιάδες έτη από το συμβάν, το οποίο κατέστη ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία, ώστε αυτή να διαιρείται πλέον στην προ και μετά Χριστόν εποχή. Βέβαια αυτό επετεύχθη σχετικά πρόσφατα, δηλαδή κατά την νεωτερικότητα, όταν λαοί, οι πρόγονοι των οποίων είχαν ασπασθεί τη νέα πίστη, κατέκτησαν μεγάλη έκταση του πλανήτη και επιχείρησαν να επιβάλουν τον «πολιτισμό» τους. Εδραιώθηκε η διαίρεση πολύ πρόσφατα με την τεχνολογική έξαρση, οπότε η χρονολογία γέννησης του Χριστού αποτέλεσε σταθμός μέτρησης του χρόνου για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Ούτε κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ούτε μεταγενέστερα το μήνυμα της Αναστάσεως του Χριστού έγινε καθολικά αποδεκτό από τους λαούς του πλανήτη. Μάλιστα η εμφάνιση νέας θρησκείας, του ισλάμ, έξι αιώνες μεταγενέστερα, συνετέλεσε όχι μόνο στην κάμψη της ιεραποστολικής προσπάθειας, αλλά και στη μεταστροφή στη νέα θρησκεία πολλών λαών της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Κεντρικής Ασίας. ΟΙ λαοί της Άπω Ανατολής, της υποσαχάριας Αφρικής και της άγνωστης τότε Αμερικής δεν άκουσαν το χαρμόσυνο μήνυμα του θριάμβου της ζωής επί του θανάτου παρά πολύ αργότερα και υπό πολύ διαφορετικές συνθήκες.
Το μήνυμα της Αναστάσεως παρέλαβαν από τους Αποστόλους του Χριστού απλοί άνθρωποι του λαού, αλλά και αξιωματούχοι και διανοούμενοι. Κατά τη νεωτερικότητα, οπότε στον κόσμο της Δύσης ισχυροποιήθηκε το κίνημα εναντίωσης στον φραγκοπαπικό ολοκληρωτισμό, η αμφισβήτηση της εγκόσμιας αυθεντίας επεκτάθηκε και σε αμφισβήτηση της αυθεντίας του Θεού, για να καταλήξει στην άρνησή Του. Αρχικά η απόρριψή Του υπήρξε δογματική, δηλαδή φιλοσοφική. Όταν η υλιστική φιλοσοφία κατέκτησε έδαφος στις αστικές κοινωνίες, υλιστές φιλόσοφοι αλλά και επιστήμονες, όχι από τους κορυφαίους, και αυτό αποσιωπάται, επιχείρησαν τον βιασμό της Επιστήμης και στη συνέχεια διακήρυξαν ότι αυτή αποφάνθηκε ότι δεν υπάρχει Θεός! Έπεισαν πολλούς και με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν και προστίθενται και άλλοι. Και εφόσον δεν υπάρχει Θεός, η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού συνιστά μωρία!
Υπήρχε όμως ένα μεγάλο αγκάθι για τους παντοίους υλιστές. Πώς ο «μύθος» έγινε αποδεκτός από πλήθος λαών και τελικά επικράτησε σε μεγάλη έκταση περί την λεκάνη της Μεσογείου; Οι υλιστές συνηθίζουν να απλοποιούν τα προβλήματα, που οφείλουν να λύσουν αποφεύγοντας την ενασχόληση μ’ αυτά. Έτσι καλύπτουν πλήρως τη διερεύνηση των κινήτρων εκείνων που διέδωσαν τον «μύθο». Πλην ενός εκ των ένδεκα κυρίων και πολλοί εκ των λοιπών Αποστόλων πέθαναν με μαρτυρικό θάνατο. Κατάφεραν όμως να «εξαπατήσουν» εκατομμύρια άλλων «αφελών», που επίσης μαρτύρησαν. Το μαρτύριο αφήνει παγερά αδιάφορους τους αγωνισθέντες και αγωνιζόμενους να καταρρίψουν τον «μύθο» του Χριστού. Θέτω το ερώτημα: Πόσοι από αυτούς θα επέμεναν στις απόψεις τους, αν αναβίωνε η «Ιερή εξέταση» ακόμη και υπό κατά πολύ πιο ήπια μορφή, οπότε δεν θα διέτρεχε κίνδυνο η ζωή τους παρά μόνο η περίοπτη θέση τους, από την οποία εξασφαλίζουν άνετο οικονομικά βίο και ανθρώπινη δόξα;
Ο παπικός ολοκληρωτισμός υιοθέτησε αρκετά στοιχεία του ανελευθέρου ισλάμ, μάλιστα δείχθηκε σε περιπτώσεις πολύ αγριότερος. Δεν είναι άμοιρος ευθυνών για την εξόντωση των ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής από τους Ισπανούς κατακτητές. Μπορεί σήμερα το Βατικανό να βαυκαλίζεται ότι οι απόγονοι, όσων επέζησαν, ανήκουν στην πνευματική δικαιοδοσία του Πάπα, όμως η αλήθεια είναι ότι πολλοί από αυτούς έχουν ως θρησκεία ένα κράμα θέσεων χριστιανικών και άλλων από θρησκείες των Ινδιάνων ή των Αφρικανών, τους οποίους οι αποικιοκράτες μετέφεραν υπό φρικτές συνθήκες στη νέα ήπειρο. Δεν υπήρξε βέβαια καλύτερη η συμπεριφορά έναντι των Ινδιάνων από τους προτεστάντες αποικιοκράτες στη Βόρεια Αμερική. Εκεί ελάχιστοι Ινδιάνοι επέζησαν. Και οι κατακτητές διακήρυσσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, που είχαν στερήσει από τους ευρωπαϊκούς λαούς οι υπέρμαχοι της φεουδαρχίας, κοσμικοί και θρησκευτικοί ηγέτες!
Μετά την άγρια αρχική σύγκρουση του Βατικανού με τους αποστάτες διαμαρτυρόμενους, κατά την οποία χύθηκε άφθονο αίμα, επήλθε συμβιβασμός και σήμερα συμβιώνουν ειρηνικά αποδεχόμενοι τον «πολιτισμό» του αστικού καθεστώτος. Αυτός γεννήθηκε από την προτεσταντική μήτρα. Κύρια γνωρίσματά αυτού είναι: Η αίσθηση της ανωτερότητάς τους, η οποία στην υπέρτερη έξαρσή της έφθασε στον φυλετισμό (ρατσισμό) και στην ευγονική, που έδωσε πικρότατους καρπούς στα ναζιστικά ερευνητικά εργαστήρια. Σήμερα βέβαια, χωρίς να έχει εγκαταλειφθεί η αίσθηση της ανωτερότητας, αποσιωπάται, καθώς προέχουν άλλες ιδεοληψίες, όπως αυτός του αφανισμού των πολιτιστικών και εθνικών ιδιαιτεροτήτων και η επιβολή ενός υποπολιτισμού, που αφανίζει το ανθρώπινο πρόσωπο. Πάντως δεν έχουν την ελάχιστη διάθεση οι ισχυροί του πλανήτη να παραιτηθούν από την κυριαρχία τους επί των λαών, η οποία τους αποφέρει οικονομική ισχύ και εξ αυτής επιβολή, έχοντας ανθρώπους, πρόθυμους να τους υπηρετήσουν, με το αζημίωτο, σε κάθε χώρα. Στην απληστία τους, καθώς τείνουν να εξαντληθούν τα υπερκέρδη τους από την καταλήστευση των χωρών των φτωχών λαών, στρέφονται και κατά των μέχρι πρότινος προνομιούχων λαών των αστικών κοινωνιών στραγγαλίζοντας δικαιώματα, μειώνοντας το εισόδημα και προωθώντας στο έπακρο τη διαφθορά, ώστε να οδηγήσουν τις κοινωνίες στην κατάρρευση.
Ο κόσμος της Ορθοδοξίας πέρασε από πλείστες όσες δοκιμασίες, κατά τους αιώνες ανόδου των δυτικών βαρβάρων ή εκβαρβαρισθέντων λαών. Το ισλάμ επέτυχε στην Ασία και στην Αφρική όχι μόνο να ανακόψει την ιεραποστολική προσπάθεια της Εκκλησίας, αλλά να επιβάλει τη νέα πίστη δια της βίας ή μη σε πλήθος λαών, που κατέκτησαν χώρες με ορθοδόξους λαούς. Οι Σελτζούκοι και Οθωμανοί Τούρκοι κατέκτησαν τους Ρωμηούς Έλληνες, Αλβανούς, Νότιους Σλάβους και Ρουμάνους. Οι Μογγόλοι και οι Τάταροι τους Ρώσους. Επωφελήθηκε και το Βατικανό να αρπάξει μέρος του ορθοδόξου ποιμνίου με τη βία ή μη στην κατακτημένη από τους Πολωνούς Ουκρανία, στην Πολωνία και στην κατακτημένη από τους Αυστριακούς Τρανσυλβανία. Όταν όμως η Ρωσία ελευθερώθηκε και κατέστη ισχυρή αυτοκρατορία δεν απέφυγε τον εντυπωσιασμό από τα ισχύοντα στη Δύση της Αναγέννησης. Ο τσάρος Πέτρος, εχθρικός προς την Εκκλησία, καλλιέργησε την ιδέα ότι αυτή οφείλει να υπηρετεί το μεγαλείο της αυτοκρατορίας. Έτσι κάποιοι μεγαλόσχημοι κληρικοί, αλλά και ιεραπόστολοι, ευτυχώς όχι όλοι, υπηρέτησαν στην Σιβηρία και στην Αλάσκα όχι τον Χριστό, αλλά τον τσάρο. Η Ρωσία πλήρωσε πολύ ακριβά τα ολισθήματα αυτά!
Εμείς αργήσαμε πολύ να αποκτήσουμε την υποτυπώδη ελευθερία μας και έκτοτε ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι βιώνουμε υπό καθεστώς πλήρους ελευθερίας. Η μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης παραμένει αιχμάλωτη και πονούμε όχι τόσο για την τουρκική πολιτική, όσο για την υποταγή της στους δυτικούς κυριάρχους. Αυτή οδηγεί, σε συνδυασμό με την εθνικιστική πολιτική της Εκκλησίας της Ρωσίας σε συγκρούσεις, που διχάζουν το ορθόδοξο ποίμνιο σε εποχή, που ο δυτικός κόσμος δοκιμάζεται από το υπαρξιακό κενό και το ισλάμ ορθώνεται απειλητικό αισθανόμενο ότι με την πάροδο του χρόνου κατακτά έδαφος τουλάχιστον αριθμητικά.
Έχει τόση ανάγκη ο σύγχρονος άνθρωπος από ελπίδα, καθώς δείχνει έντονα απογοητευμένος από τους ενδοκοσμικούς σωτήρες. Και εμείς αισθανόμαστε ντροπή να σαλπίσουμε το κατ’ εξοχήν μήνυμα της ελπίδας, το μήνυμα του θριάμβου της ζωής κατά του θανάτου, το Χριστός ανέστη.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»