Σηκώνει τα στόρια από το φαρμακείο. Χρόνια τόσα, σιγοτραγουδώντας “Τη αυτή ημέρα… “. Κρύο, μείον πέντε κι αναρωτιέται πως εδώ στην νύφη την αργοστόλιστη και θαλασσινή. Θα κατέβηκε ανεμουδάκι από το εξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου, εκεί που επιμόνως επέστρεφε η εικόνα του Αγίου από τον ενοριακό ναό, χωρίον Τσιράκι, νυν Άγιος Κοσμάς -από εκείνον που έχτισε σχολεία νοήματος, και τον Σταυρό του Κυρίου άφησε προίκα στους δυσκολεμένους. Κατέβηκε ο άνεμος, πέρασε τα Γρεβενά, με πείσμα άφησε την Βέροια πίσω του κι έφθασε στην Εγνατία, την ώρα και τη στιγμή που ψέλλισε αυτός, “… σκέπη μου το…”. Κατάλαβε τότε. Παράτησε το μαγαζί και πήγε αργά, ιερατικά, εν λιτανεία του ενός, στο παραθαλάσσιο σημείο όπου σφαίρα έκοψε την του βίου σειρά του Γεωργίου του πρώτου. Έκαμε τον σταυρό του κι απίθωσε μια “Αρχιτεκτονική της Σκόρπιας Ζωής” ψηφί, ρηγλί και ρόδο.