33.8 C
Grevená
Τρίτη, 22 Ιουλίου, 2025

Πρέπει να διαβάσετε

myGrevena
myGrevena
Δεν είμαστε “φορείς ” της Τέταρτης Εξουσίας. Ο ρόλος μιας εφημερίδας είναι να αφουγκράζεται τους πόνους και τις χαρές ενός τόπου και των ανθρώπων του και αυτούς να διακονεί, να υπηρετεί τις ανάγκες τους, όχι να εξουσιάζει.

Ἒ μά, τὶ καρνιαχτᾶς ἔτσιας; Ἀνάσα μά, σαλιά, ἀλάργα κι μὴν καρνιαχτᾶς ἔτσιας…

Οἱ γναῖκις στοὺ χουργιὸ εἶχαν θκότς λιξικό. Τί τ’Λίντιλ-Σκότ, μὶ λιέτι, κι τί τ’Δημητράκου, κι τί Σταματάκου, κι τί τ’Βυζάντιου, κι τί τςἈκαδημίας, ἁπ’ μὶ λιέει ἀράδα ἡ θκόζμας ἡ Χρίστους σιακάτ’ σνἈνθήνα. Μόρα σὶ λιέου, τςἔβαζαν κάτ’ ὅλ. Δὲν φτουροῦσι καγκάνας τρανὸς γλουσσουλόγους ἀμπρουστὰ στςθκέζμας τςγναῖκις. Ἰδίους ἅμα ἁρπάζουνταν ἀ κι μάλλουναν εἶχαν λιξιλόγιου ΑΑΑΑΑ, ἁπ’ λιέν’. Πιντάστιρου σὶ λιέου!

Πάηναν, ἁπ’ λέτι, στ’Βρύσ’ σμπλατέα, ἁπ’ εἶχι γίν’τοὺ 1955, νὰ πάρν’ νιρό. Ἅμα καλουκαίργιαζει σώνουνταν κιαὐτό, ἔστιβι λίγου. Ἴσια π’σιουλναροῦσι. Αὐτὸ ἔρχουνταν σιαπάν’ ἀπ’ τοὺ Λειβάδ’. Ἔπιφτι στ’διξαμηνὴ ἰκεῖ στ’Χαϊνταρουκώτσ’ ἀμπρουστά. Ἔπιρνι κι ἀποὺ κεῖ λίγου κατιβασιὰ κι ἔφτανι σνπιρήφαν’ τ’Βρύσ’, ἁπ’ καμάρουνι σμπλατέα μας. Πάει κιαὐτήν. Ἔπιρναν σειρὰ οἱ γναῖκις ἰκεῖ, γιὰ νὰ γιουμώσν τὰ σέατς, φτσέλια-φτσιλούλια-μπούκλις, γκίμνια-γκιμούλια, λαΐνις, μπραγάτσις-κάσις. Ὅλις εἶχαν τοὺ ἴδγιου τοὺ ζόρ’. Νὰ πάρν κι νὰ πααίν’ σπίτ’. Ἀποὺ καμνιὰ ὅμους ἰρισιάρου στριχουβάνουνταν κι τςξιαραδοῦσι. Μό ρα ἀντρανλιοῦνταν ὅλις. Ἀρχινοῦσι καυγᾶς, κι τί νὰ σὶ πῶ.

Ἅμα τσιούρζι κιόλας ‘νἴλιγαν. -Τί σ’ἔχουμι μὰ ἰσένα κι καρνιαχτᾶς σὰν κόκουτας; Ἄει μὰ τσιώλου. Χαμένου παρτάλ’. Τί σ’ἦρθι μά, παλιουφόραδα, παλιουγόμαρα; Σναὐλήσ’ τσιούρξι, ξισκίσ’ κι φουρλάτα ὅσου θέλτς. Ἰδώϊας ὅμους ἀφκέτου, ράψτου. -Πχοιὸ μά, ἰσὺ μὰ τσίρλου μὶ ‘ντσίρλουσ’ ἁπ’ ἦσαν ντὶπ ἕνα λισβὸ κι σαπλαϊάρκου μᾶς γίνκης ντραγαταροῦ κι ντιρβέναγας. Χουχουϊάβις μὰ νὰ λαλήσν στὰ σπίτχιασ’.

-Μνιὰ ἁπ’ εἶχι γειτόντσα ἀποὺ ἄλλου χουργιό, ν’ἴλιγι. Ἄει μά. Ἰγὼ εἶμι καθουλικιὰ ἰδώϊας ἀποὺ τςπρουπάππ΄μας. Ἰσὺ μὰ εἶσι κουβαλουμάζουμα, ἁπ’σὶ κουβάλτσαν ἀποὺ ἄλλουν τόπου κι σὶ σμμάζουξαν.

-Ἄλλις ἴλιγαν κατάρις γιὰ τὰ πιδγιὰ κι τὰ κουρίτσιατς. «Νὰ μὴν προυλάβς μά νὰ δῆς τὰ πιδγιάσ’ κι τὰ κουρίτσιασ’ μὶ στιφάνια κι μ’ἀγγόνια».

-Ἅμα ὅμους τσακώνουνταν στοὺ λάκκου, ὅπ’ ἔπλυναν τὰ στράνια ἢ στὰ κήπχια ὅπ’ πότζαν τὰ ζαρζαβάτχιατς, ὅπχοια προυλάβισκνι ἅρπαζι ἀπ’ τςκόσις κιἔρχνι ‘νἄλλ μέσ’ στοὺ νιρὸ στ’αὐλάκ’ ἢ στοὺ λάκκου, μό ρά, τ’μπλατσαρνοῦσι κι ‘νἔφκιανι ντίπ λοῦτσα.

Κάπχοιοις λέξεις οὐδικιξέρου πῶς βγαίν’. Ἡ Χρίστους ἀπ’ ‘νἈνθήνα μπουρεῖ νὰ μᾶς ἀνοίξ’ τὰ τζιούφχια.

Ἄει, ἀρνιμα.

27.7.2025 τ’ἁηΠαντελέημουνα

Πρόσφατες δημοσιεύσεις