Του Αντώνη Ν. Παπαβασιλείου
Είχε πολύ κρύο. Κουζιανίτκο. (Να λέμε και την αλήθεια. Σήμερα, Δευτέρα εν Γρεβενοίς: -10,5, 7.30 ορθρινή). Παρκάραμε υπό την απειλή της χιόνος (που ήρθε το απόγευμα με όρεξη) και μπήκαμε στην Βιβλιοθήκη, το μέγα αυτό παράδοξο κτίριο. Ανταμώσαμε δηλαδή με φίλους. Τον ΒΠΚ μου πρώτα. Και κατόπιν την Δήμητρα Καραγιάννη, την ατμομηχανή πίσω από την Διημερίδα “Ο αναπτυξιακός ρόλος του Πολιτισμού στην εποχή της Μετάβασης.” Μακάρι και είθε όλοι οι τοπικοαυτοδιοικητικοί και τα εν γένει γκεσέμια μας, να ήταν εκεί. Να αφουγκραστούν, να πάρουν, να συζητήσουν. Τα πορίσματα, οι αγωνίες, τα ερωτήματα να γονιμοποιηθούν, να γίνουν πράξη -δηλαδή αποτέλεσμα που θα ωφελήσει το κατά κεφαλήν εισόδημα παιδείας του καθενός μας, και (γιατί όχι) το εισόδημα του έρμου τόπου (να δράσει σαν αντιβιοτικό στην ερημοποίησή του).
Ακούγοντας λοιπόν (ήταν ο κ. Ζιώγας από το Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας;) μια εύστοχη παρατήρηση (“μιλάμε για πολιτισμό -αλλά που είναι οι πολίτες; που είναι οι καλλιτέχνες;; πως μπορούμε να έχουμε μία community centered πολιτισμική ανάπτυξη;”) είπα, ρώτησα, αναρωτήθηκα περίπου και τα εξής (ότι θυμάμαι, αυτοσχεδιάζω, αγωνιώ) –
Ένα δίκοπο ερώτημα, μια αγωνία. Από την μια μεριά πως μπορεί να έχουμε εδώ, στην περιοχή μας, αν όχι μια βιομηχανία πολιτισμού, τουλάχιστον μια ευπρεπή και αισθαντικά μάχιμη βιοτεχνία. Που ακουμπώντας σε μια απίστευτου πλούτου πολιτισμική παράδοση, μπορεί να σταθεί φραγμός στην περαιτέρω δημογραφική ερήμωση, αλλά και στην πλημμύρα μιας διαβρωτικής γκρίνιας. Μοναδικότητες (δόξα τω Θεώ έχουμε ουκ ολίγες, στεγασμένες σε αποθήκες και ερμάρια), διαδρομές, πρόσωπα, έργα. Ένα δίκτυο που περιμένει την ευημερία του, δηλαδή την άνθισή του. Οι πολίτες, ναι δεν συμμετέχουν -αποχωρούν ενδόξως. Οι καλλιτέχνες, οι “παραγωγοί” πολιτισμού, ή φτωχοποιούνται ή κατατάσσονται στους γραφικούς. Ή, συνήθως, αγνοούνται.
Από την άλλη πλευρά, πωλείται ο πολιτισμός; Μπορείς να τον αγοράσεις από το ράφι; Είναι προϊόν;
Μας κατέχει η διπλή αυτή αγωνία. Θέλουμε να στηριχτεί αυτή η γωνιά της Ελλάδας με ένα ήπιο, πολιτισμοκεντρικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα κρατήσει νέα παιδιά εδώ. Και ταυτόχρονα, αγωνιούμε για έναν community produced πολιτισμό, μέσα από την κοινότητα, από τα σπλάχνα της. Όπως λέμε βιολογική γεωργία, να δώσουμε έναν organic, βιολογικό, πολιτισμό, αβίαστο και εσωτερικό (πως ζωγράφιζε εκείνος ο άγνωστος το εκκλησάκι στο Μεσολούρι, ή έκτιζε το γεφύρι του Παπατάτση στον Άγιο Κοσμά) δηλαδή εκλάμπρως όμορφο.
Με παρηγορεί που οι παρέες σήμερα, εδώ κάνουν πολιτισμό. Αθόρυβα, με κόπο και έξοδο, αλλά πολιτισμό (και μάλιστα χαρτώο, αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα). Τουλάχιστον κάνουμε και το κέφι μας, τα μεράκια μας, το ξέρει αυτό ο Βασίλης (άλλως ΒΠΚ). (Δεν είναι τυχαίο που φωτογραφηθήκαμε μπροστά από μια ιστορική -“Μακεδονία” – “Θάρρος”- λινοτυπική μηχανή).
Η εικόνα, παγωμένο το δέντρο δυο στενά παραπέρα από τη Βιβλιοθήκη, περιμένει και αυτό την άνοιξή του.