18.2 C
Grevená
Δευτέρα, 12 Μαΐου, 2025

Πρέπει να διαβάσετε

myGrevena
myGrevena
Δεν είμαστε “φορείς ” της Τέταρτης Εξουσίας. Ο ρόλος μιας εφημερίδας είναι να αφουγκράζεται τους πόνους και τις χαρές ενός τόπου και των ανθρώπων του και αυτούς να διακονεί, να υπηρετεί τις ανάγκες τους, όχι να εξουσιάζει.

«Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Κοσκού (Ταξιάρχη) Γρεβενών» του Θωμά Παπαθανασίου

Ανάχωμα στον καταποτήρα της λησμονιάς, το βιβλίο: «Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Κοσκού (Ταξιάρχη) Γρεβενών» του Θωμά Παπαθανασίου.

Ο Θωμάς Παπαθανασίου, με το σμιλεμένο μολύβι του κατέγραψε και περιέσωσε  πολύτιμες μνημειακές αφηγήσεις του Τόπου μας και ιδιαίτερα της ιδιαίτερης πατρίδας του, του Κοσκού(Ταξιάρχη) Γρεβενών. Ο φιλόλογος, ο γυμνασιάρχης, ο λυκειάρχης, ο προϊστάμενος του Γραφείου Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, o αγαπητός μας λαογράφος, μας κοινώνησε ως ήδιστη παρακαταθήκη,  πολύτιμα βιβλία για την Γρεβενιώτικη Παράδοση: «Τα Δημοτικά Τραγούδια του Ταξιάρχη» και το βιβλίο, «Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Κοσκού ( Ταξιάρχη) Γρεβενών».

Ανέσυρα από τις προθήκες της Βιβλιοθήκης μου το δεύτερο βιβλίο του, που εκδόθηκε, μόλις, το 2024, με την ιδιαίτερη προσωπική αφιέρωση, «στον αγαπητό φίλο Σίμο», και με πολλή συγκίνηση άρχισα να ξεφυλλίζω τις έμφορτες από ιστορικές πληροφορίες σελίδες του.

Στον πρόλογό του γίνεται εξομολογητικός και αυθόρμητα μας παραθέτει την πλημμυρίδα των συναισθημάτων του, που τον οδήγησαν στην πολύχρονη έρευνα, μελέτη και καταγραφή των στοιχείων που συνθέτουν την εξιστόρηση της ίδρυσης και της πορείας των δύο αιώνων ζωής της νέας Ιεράς  Μονής. ( αυτολεξεί) « Εκείνο που έβλεπα στα πρόσωπα των συγχωριανών μου της προηγούμενης γενιάς, ήταν η θλίψη και το παράπονο όλων, πως ένα τόσο ζωντανό μνημείο είχε χάσει την παλιά του αίγλη, αλλά και την αγωνία τους, μήπως χαθεί και από τη μνήμη της νεότερης γενιάς». Αυτή λοιπόν η συναισθηματική πλημμυρίδα συναρμολόγησε τις λέξεις συγγραφής του πονήματος. Μια πλημμυρίδα που έρχεται από το πρώτο παιδικό σκίρτημα όταν βρέθηκε στο χώρο του Μοναστηριού, αποτυπώνοντας  στο λευκό σεντόνι της νεανικής μνήμης το λειτουργικό της νυκτωδίας και των τεσσάρων κατ έτος πανηγυρικών γιορτών προς τιμή των Παμμεγίστων Ταξιαρχών.

Εντυπώσεις λοιπόν, αποτυπωμένες και φυλαγμένες στο λευκότατο φύλλο της νιότης.  Τις οποίες κουβαλούσε εντός του έως τις ημέρες και τις ώρες της ώριμης συγγραφής τους. Για να τις μεταδώσει σ όλους εμάς, τους αναγνώστες του, ώστε να αξιωθούμε, άμεσα, να αναγνώσουμε τις πνευματικές  δημιουργίες των προγόνων μας, φτιάχνοντας πιο ασφαλή τη θωράκιση του ιδιαίτερου πολιτισμού μας.  Εντυπώσεις και ερευνητικές διαπιστώσεις ,που θα τις λάβουμε, ως μετάληψη, έτοιμες, μέσα από την ιερουργική παρέμβαση της σωτηριολογικής συγγραφής!…

Υπάρχει καταγεγραμμένη ημερομηνία της πρώτης κατασκευής του Μοναστηριού, το 1768, όπου η μνήμη ασθενεί και η εξιστόρηση, εκείνων των χρόνων, της βαθειάς ισλαμικής επικράτησης, κατά τόπους, από αδύναμη καθίσταται αδύνατη να εξιστορηθεί. Να εξιστορηθεί,  με τον λεπτοδείκτη των προσώπων και των γεγονότων. Ίσως η Ιστορία του Μοναστηριού να χάνεται πολύ βαθιά στα χρόνια τα βυζαντινά.

Το 1813, ένας πιστός και άοκνος ιερέας, ο Παπά ~ Χαράλαμπος από το Κοσκό, ανακατασκευάζει το Μοναστήρι. Πολλοί μάλιστα λένε ότι το έκτισε εκ θεμελίων στη θέση του παλιού Μοναστηριού. Ο  Παπά Χαράλαμπος μάλιστα κρατούσε κατάστιχο με τις δαπάνες και τη συμμετοχή των συγχωριανών στην κατασκευή του!… «Ο κόσμος χτίζει εκκλησιές, χτίζει και μοναστήρια», θα τραγουδήσει τη δημοτική μας μούσα.

Το Κοσκό, (αλογότοπος) όνομα σλαβογενές την εποχή του επιβαλλόμενου εκσλαβισμού, με κατοίκους ομιλούντες μόνο την ελληνική αναγράφεται για πρώτη φορά στον κώδικα 201 της Ιεράς Μονής Ζάβορδας μετά το 1534, με 107 αφιερωτές.  Επίσης το συναντούμε στα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του 1564~1579. Ένας οικισμός εύρωστος με σχετική αυτονομία, μιας και υπάρχει η σουλτανική διαταγή, το 1766, για την καταβολή πολύ λιγότερων φόρων, του Κοσκού από τα όμορα χωριά. Το 1918, μετά την απελευθέρωση προσμετρείται με 414 κατοίκους.

Με ιδιαίτερη συγκίνηση διάβασα ότι στο κατάστιχο του Μοναστηρίου, αναγράφονται 28 προσκυνητές αφιερωτές από τη Δημινίτσα (Καρπερό), το κεφαλοχώρι των Χασίων και 6 από το Αράπι (Δήμητρα) το χωριό μου.

Όλοι γνωρίζουμε, πως σε ανύποπτες ημέρες και ώρες, όταν η φαντασία αφήνεται ελεύθερη, γίνεται πιο παραστατική σε εικόνες ζωής, που ταξιδεύουν στην ατέλειωτη πορεία των χρόνων.

Στο δερβενοχώρι, στον Ταξιάρχη ακούγονται στη σιγαλιά της ανάπαυσης, οι ψαλμωδίες του  Μοναστηριού. Και στα περάσματα του πληθονερίτη Αλιάκμονα, ένα διαπεραστικό ρίγος σε διαπερνά από το μακρινό άκουσμα των ψιθύρων από τους φουστανελοφόρους αγωγιάτες που εντείνουν την προσοχή τους για την αίσια έκβασή τους στην απέναντι όχθη. Όπως και οι ψιλόλιγνες φωνές των γυναικών, που έπλεναν τις γιδόμαλες φλοκάτες τους στην ντριστέλλα της συλλογικότητας και του κοινοτισμού. Με πιο τεταμένη προσοχή θα ακούσεις τα λιθάρια, από το γιοφύρι του Πασιά να σου εξιστορούν τα επιθετικά περάσματα των ληστρικών Αλβανών.

Πρόκειται για μια πραγματεία που δίνει ζωή στο χθες και φέρνει πίσω, χωρίς περιγραφές, τις σκιές που ταξιδεύουν στο ασύνορο αύριο!…Σκιές δημιουργών, ιεραρχών, πιστών προσκυνητών, σκιές χτιστών, καλλιεργητών θεριστών, οργωτών της γης, τρυγητών , αγωγιατών και μουλαράδων κουβαλητών της συγκομιδή της σοδειάς στο Μοναστήρι  και των δομικών υλικών για την οικοδόμηση του.

Είναι πολλοί οι πετροπελεκητές κτιστάδες που φτιάχνουν περίτεχνα έργα, έλεγε ο πατέρας μου, μα λίγοι είναι αυτοί που στήνουνε γιοφύρια. Είναι πολλοί αυτοί που συμβιούν μαζί μας, συμβιούν και συγγράφουν , μα λίγοι είναι αυτοί που γεφυρώνουν, με σύνεση, τα περασμένα με τα μελλούμενα. Λίγοι είναι αυτοί που η γραφή τους είναι με τη μελάνη της διαχρονικής μνήμης. Γίνονται ακάματοι εργάτες που υπερφαλαγγίζουν αθόρυβα την άγονη καθημερινότητα και ερευνούν το χθες της γνώσης δίνοντας τροφή στο αχάραγο μέλλον.

Ο Θωμάς Παπαθανασίου, με την παρρησία που του ερευνητή, ξεσκόνισε την από χρόνια στοιβαγμένη λησμονιά και έφερε στη γνώση μας την ιστορία του χωριού «Κοσκό», του χωριού του. Ζωντάνεψε παλιές γραφές και αφηγήσεις με τεκμηρίωση ζηλευτή και μετέδωσε την συγκίνηση από την παράδοση και τον κοινοτικό πολιτισμό των Ελλήνων.

Σπινθηρίζει ο Τόπος, όταν προβάλλεται η ιστορία του, παίρνει φως από την ιστόρηση και απλώνει τη φήμη και την επωνυμία του. Παίρνει ένα ειδικό βάρος, ένα βάρος που λειτουργεί όμως, ως υποχρέωση, να το σηκώσουν οι επόμενες γενιές και να παραδώσουν ισοβαρές, το λιγότερο, στη ζυγαριά της αέναης Ιστορίας.

Σίμος Ζαγκανίκας

 

Πρόσφατες δημοσιεύσεις