Του Πέτρου Χριστούλια
Αφού ξεφόρτωσα τον εξοπλισμό παραλίας που κουβαλούσα πάνω στην αμμουδιά, μου πήρε λίγες στιγμές για να αναστοχαστώ και να συνειδητοποιήσω που βρισκόμουν. Απαλλαγμένος από τα μπαγκάζια, πιο ελαφρύς πια, ανυψώθηκα νοερά και κοιτώντας προς τα κάτω είδα την σχεδόν κανονική περίμετρο του κύκλου που όριζε αυτή η γεμάτη από πολύχρωμες ομπρέλες στενή λωρίδα στεριάς, στην μέση της οποίας στεκόμουν. Στις δύο άκρες του κλειστού αυτού κόλπου της Βοϊδοκοιλιάς, δύο βραχώδη υψώματα σηκώνονταν σαν δύο πυλώνες. Στην κορυφή του πιο ψηλού μπορούσες ακόμα να διακρίνεις το ερείπιο ενός κάστρου, ενώ μια σπηλιά πιο χαμηλά στον βράχο σου έδινε την εντύπωση ότι σίγουρα θα έκρυβε κάποιο μυστικό πέρασμα.
Εκείνο όμως το οποίο ερέθιζε την φαντασία μου περισσότερο, ήταν αυτό που κρυβόταν ανάμεσα στην χαμηλή βλάστηση του απέναντι πιο χαμηλού άκρου. Κάτι λιγότερο επιβλητικό αλλά πολύ αρχαιότερο. Όπως σε πληροφορούσε και η πινακίδα που είχε στηθεί εκεί πρόσφατα από το Υπουργείο Πολιτισμού, αν ανέβαινες το μονοπάτι μέχρι την κορυφή θα βρισκόσουν σε έναν αρχαιολογικό χώρο, στη μέση του οποίου θα έβλεπες τη βάση ενός μυκηναϊκού θολωτού τάφου. Μάλιστα όπως συνεχίζει το κείμενο, ο Παυσανίας, που περιηγήθηκε ανά την Ελλάδα πάνω από μια χιλιετία μετά την κατασκευή του μνημείου, τον αναφέρει ως τον τάφο του γιου του Νέστορα, Θρασυμήδη. Δυο χιλιάδες σχεδόν χρόνια ακόμα πιο μπροστά, εγώ, μπορώ να φαντάζομαι ότι θα μπορούσε να ανήκει, γιατί όχι, στον ίδιο τον σοφό γέρο βασιλιά των έργων του Ομήρου. Μετά τις πρώτες πληροφορίες από την πινακίδα στην βάση του λόφου, μάθαινες ότι γύρω από τον τάφο βρέθηκαν αφιερώματα από μεταγενέστερες περιόδους της αρχαιότητας, όπως έχουν βρεθεί και σε άλλα αντίστοιχα μέρη που είχαν συνδεθεί με τα ομηρικά έπη. Η ιδέα ότι ένα πρόσωπο που χάνεται στην προϊστορία αποκτά μια μυθική υπόσταση και αγιοποιείται μου φαίνεται συναρπαστική. Μια λατρεία των προγόνων που όμως δεν έχει αφετηρία την σύνδεση μέσω DNA με μια ανώτερη φυλή, παρά την σύνδεση μέσω της γλώσσας και της κοινής κουλτούρας με κάποιους λογοτεχνικούς ήρωες με ανθρώπινες αδυναμίες. Έτσι κι αλλιώς αυτό δεν απείχε πολύ από την εικόνα που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες και για τους Θεούς τους.
Μετά από μια γρήγορη βουτιά για να ξαναβρώ τις δυνάμεις μου από το κουβάλημα, ανέβηκα το μονοπάτι. Μπροστά στην κυκλική κάτοψη του θολωτού τάφου δεν μπόρεσα να αντισταθώ και άρχισα να βλέπω μια σύνδεση με το τοπίο. Κύκλοι παντού! Ο κόλπος, ο τάφος,… οι ομπρέλες! Εκείνη την στιγμή μια ερώτηση σε σπαστά αγγλικά με έβγαλε από τις τρελές μου σκέψεις. «Can you take a picture of us, please?» Αφού φωτογράφισα το ζευγάρι των ανυποψίαστων τουριστών με φόντο το Ιόνιο από ψηλά και βρήκα την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί τους μερικές γρήγορες πληροφορίες για τους θολωτούς τάφους, πήρα πάλι το κατηφορικό μονοπάτι. Μπροστά από την πινακίδα του Υπουργείου προσπάθησα να συνδεθώ με το κινητό μου μέσω QR code με το σάιτ της πολιτιστικής διαδρομής, που αφορούσε την Μυκηναϊκή περίοδο. Θα έπρεπε να με οδηγήσει ιντερνετικά σε μια ψηφιακή εκδοχή του βιβλίου κόμικ που είχα γράψει και σχεδιάσει με την βοήθεια μιας ομάδας αρχαιολόγων για το συγκεκριμένο έργο. Η ιστορία τελείωνε με τους πρωταγωνιστές, την εποχή που στα μέρη αυτά βασίλευε ο Νέστορας, καθισμένους ακριβώς σε αυτήν την παραλία. Εδώ ηρεμούσαν πια κάνοντας έναν μικρό απολογισμό του οδοιπορικού – περιπέτειας, που εκτυλίχθηκε στις προηγούμενες σελίδες. Μου φαινόταν υπέροχο ότι με τη βοήθεια της τεχνολογίας, χωρίς καμία φυσική παρέμβαση είχα αφήσει το αποτύπωμα μου σε αυτό το φορτισμένο μέρος. Το σάιτ ήταν υπό κατασκευή και δεν λειτουργούσε ακόμα. Παρόλα αυτά γύρισα στην πετσέτα μου με την αίσθηση ότι είχα πια μια σχέση με τον τόπο λίγο μεγαλύτερη από τον μέσο λουόμενο.


