Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων ἐξέδωσε πρόσφατα τὸ νέο βιβλίο τοῦ προηγουμένου της ἀρχιμανδρίτη Βασιλείου, μὲ τίτλο «Ἀποτυπώματα».
Πρόκειται γιὰ ἕνα ἀπάνθισμα, στὴν ποιητικὴ γλώσσα ποὺ τὸν χαρακτηρίζει, τῶν σημειώσεών του τῶν τελευταίων δεκαετιῶν, βαπτισμένη στὴ λειτουργικὴ καὶ ὑμνογραφικὴ ἐμπειρία και ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴ θεολογικὴ ἰδιόλεκτο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Στὶς 44 ἄτιτλες ἑνότητες τοῦ βιβλίου, πιστὸς στὶς πρότερες γραφές του, μνημονεύει συχνὰ τὸν κορυφαῖο ἀσκητικὸ συγγραφέα Ἰσαὰκ τὸν Σύρο, τὴ σημασία τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς ἑκούσιας σταυρώσεως καὶ θανάτου, προκειμένου ν᾿ ἀναστηθεῖ ὁ ἄνθρωπος· ἀναφέρεται καὶ σὲ κάποιους ξεχασμένους μοναχοὺς καὶ ἀνώνυμους νέους ποὺ γνώρισε καὶ οἱ ὁποῖοι ἐνσαρκώνοντας τὰ παραπάνω μετέχουν τῆς ἁγιότητος, ἀλλὰ καὶ στὴν πορεία τοῦ Κυρίου πρὸς Ἐμμαούς, τὴν αἱμορροοῦσα τοῦ Εὐαγγελίου, τὶς Μυροφόρες, τὴν ἀνθρώπινη καὶ θεία ἱεραρχία, τὸν Ντοστογιέφσκι καὶ μιὰν Ἑβραία τοῦ Ἄουσβιτς, ἀγαπημένα του θέματα, ποὺ τὰ συναντοῦμε στὰ δεκατρία προηγούμενα βιβλία του.
Στὸ νέο βιβλίο του ὁ π. Βασίλειος ἐξομολογεῖται καὶ για τὸ πῶς καὶ γιατί γράφει, ἀλλὰ καὶ τί θέση ἔχει στὴ ζωή του τὸ γράψιμο· καὶ ἀδολεσχεῖ γιὰ τὴ νιότη, τὰ γεράματα καὶ τὴν πορεία πρὸς τὸν θάνατο, ποὺ εἶναι τέλος κι ἀρχή, μιὰ καύση θυσίας ἡ ὁποία μετατρέπεται σὲ εὐωδία καὶ καταλήγει στὸν Χριστό, ὡς ἀΐδιο Φῶς καὶ «πάντα ἐν πᾶσιν».
Ὁ ἀρχιμανδρίτης Βασίλειος διετέλεσε ἡγούμενος τῶν ἱερῶν μονῶν Σταυρονικήτα καὶ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐπὶ 22 καὶ 15 χρόνια ἀντιστοίχως, καὶ ἐφησυχάζει τὰ τελευταῖα 19 χρόνια.
Τὸ βιβλίο, σὲ σχῆμα 21×14 ἑκ., ἔχει 158 σελίδες καὶ διατίθεται ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων (https://www.imiviron.gr/product/apotypomata/).
Ἀκολουθοῦν ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τοῦ βιβλίου:
Συχνὰ σοῦ κάνουν τὴν ἐρώτησι: Τί γράφεις τώρα; Καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀπαντήσης γιατὶ δουλειά σου δὲν εἶναι τὸ γράψιμο ἀλλὰ τὸ πλάσιμό σου ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Ἀοράτου.
Τὸ γράψιμο εἶναι μία συνέπεια, ὅπως τὸ ἀποτύπωμα ποὺ ἀφήνει ὁ γυμνοσάλιαγκας ποὺ σέρνεται στὴ γῆ.
***
Δὲν ἡσυχάζεις, γιὰ νὰ μπορῆς νὰ γράφης. Πιὸ πολὺ κάποτε ἡσυχάζεις γι’ αὐτὰ ποὺ ἔγραψες, ὅπως ἕνα πουλὶ ἐπωάζει τὰ αὐγὰ ποὺ γέννησε, γιὰ νὰ ἐλευθερωθῆ ἡ ζωὴ ποὺ κρύβεται μέσα τους.
***
Ἂν κάτι μέσα σου ἔχη ὑπόστασι καὶ σὲ κρατᾶ ὄρθιο, γράφοντάς το δὲν προσφέρεις στὸν ἄλλο γνώσεις, ἀλλὰ δύναμι ζωῆς.
Δὲν ἔχει σημασία νὰ χτίζης οἰκοδομὲς μὲ ἀνόργανα ὑλικὰ ποὺ βρίσκεις γύρω σου, ἀλλὰ νὰ ἀφήνης τὸ εἶναι σου νὰ γεννᾶ τὸ κυοφορούμενο τέκνο του.
Καλύτερα κάτι μικρὸ ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν πόνο σου παρὰ μιὰ πολυσέλιδη διατριβή, ποὺ κατασκευάστηκε συρράπτοντας ξένες ἀπόψεις ἢ σκοτώνοντας γραπτὲς ἐμπειρίες ζωντανῶν ἀνθρώπων.
Ἄλλη εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς κατασκευῆς ἑνὸς ἔργου, καὶ ἄλλο τὸ γεγονὸς τοῦ τοκετοῦ ἑνὸς τέκνου.
Στὴν πρώτη περίπτωσι, μὲ τὴ σκέψι, τὴ φαντασία καὶ τὰ χέρια σου κάτι κατασκευάζεις.
Στὴ δεύτερη περίπτωσι, μὲ ὅλη σου τὴν ὕπαρξι κάτι πάσχεις. Ἑτοιμάζεται αὐτὸ ποὺ δὲν ἐλέγχεται ἀπὸ τὶς δυνάμεις σου, ἀλλὰ ἀνεξέλεγκτα γεννᾶται ἀπὸ τὸ ἄγνωστο εἶναι σου.
***
Τὸ τέλος τῆς ζωῆς δὲν εἶναι σβήσιμο καὶ λήθη ἀλλὰ ἔκπληξι παρουσίας.
Τὸ ζωντανὸ καρποφορεῖ μὲ τὸ νὰ πεθάνη.
Τὸ ἀληθινὸ φανερώνεται μὲ τὸ νὰ γίνη ἄφαντο.
Τὴν ψυχή σου τὴν σώζεις, ὅταν τὴν χάνης ἕνεκεν τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Εὐαγγελίου του.
Ὁ βιολογικὰ ζωντανὸς ἄνθρωπος ζῆ κάποτε κάπου. Ὁ πλήρης Πνεύματος ἁγίου (ζωντανὸς ἢ κεκοιμημένος) βρίσκεται παντοῦ καὶ πάντοτε μὲ ὅλους.
Ἕνα ὥριμο κυδώνι, ξεχασμένο στὴν ἄκρη ἑνὸς δωματίου, εὐωδιάζει ὅλο τὸν χῶρο μὲ μόνη τὴν ὕπαρξί του.
Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης χάνεται, προσφερόμενος στὸν Θεό. Καὶ ἀπὸ τὴν καῦσι τῆς θυσίας του πάνω στὴν πυρά –ὁ Θεὸς ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον– ἀναδύεται μιὰ εὐωδία ποὺ δὲν εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς δουλειᾶς του ἀλλὰ ἡ ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς του.